Σόκρατες: Ο φιλόσοφος του ποδοσφαίρου


Οι περισσότεροι θα τον θυμούνται για τα κατορθώματα του με τη στρογγυλή θεά τη δεκαετία του ’80 όταν και μεγαλουργούσε στα ποδοσφαιρικά γήπεδα. Φυσικός ηγέτης της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Βραζιλίας του ’82, ίσως τη θεαματικότερη εθνική ομάδα όλων των εποχών, αλλά και μέλος της εθνικής ομάδας του ’86 στα γήπεδα του Μεξικό, ο Σόκρατες Μπραζιλέιρο Σαμπάιο ντε Σόουζα Βιέιρα ντε Ολιβέιρα, κατά κόσμον Σόκρατες, δεν ήταν μόνο ποδοσφαιριστής.

Έχοντας πτυχίο ιατρικής με μεταπτυχιακό στην αθλητιατρική και μετέπειτα διδακτορικό στην φιλοσοφική, ο Βραζιλιάνος άσος ξεπέρναγε τα όρια του αθλητισμού με τις πράξεις και τις απόψεις του.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπελέμ, πρωτεύουσα της επαρχίας “Παρά”. Ο πατέρας του, λάτρης του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, έδωσε στον πρωτότοκο γιο του το όνομα του αρχαίου φιλόσοφου Σωκράτη όπως επίσης αρχαία ελληνικά ονόματα πήραν και τα υπόλοιπα 2 από τα 3 παιδιά της οικογένειας (Σωσθένης και Σοφοκλής).

Για να ασχοληθεί επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο πήρε πρώτα την απόφαση να αποφοιτήσει από τη  σχολή ιατρικής όπου σπούδαζε και μετά να υπογράψει στην Μποταφόγκο.

Τις σπουδές του δεν τις παράτησε ούτε όταν πήρε μεταγραφή σε ηλικία 22 ετών για την Κορίνθιανς καθώς στο Σάο Πάολο, εκεί όπου έχει την έδρα της η Κορίνθιανς, έκανε το μεταπτυχιακό του στην αθλητιατρική.

Ακολούθησαν 5 χρόνια δόξας με τη φανέλα της “Τιμάο” καθώς κατέκτησε 3 τοπικά πρωταθλήματα σκοράροντας περίπου 200 γκολ σε 300 αγώνες!

Ωστόσο, τον καιρό που ήταν στο σύλλογο, ο Σόκρατες ανέπτυξε και δραστηριότητες οι οποίες δεν περιορίζονταν στα στενά όρια του ποδοσφαιρικού γηπέδου.

Η Βραζιλία τότε βρισκόταν υπό χουντικό καθεστώς και η οργή του κόσμου ολοένα και αυξανόταν. Ορμώμενος από αυτό, ο ριζοσπάστης και πάντα πολιτικοποιημένος, Σόκρατες, ύστερα από πρωτοβουλία δική του και των συμπαιχτών του Βλατζιμίρ, Κασαγκράντε και Ζένον δημιούργησαν τη «Δημοκρατία της Κορίνθιανς», ένα δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης του συλλόγου.

«Το 1964 πραγματοποιήθηκε πραξικόπημα. Ήμουν 10 ετών και θυμάμαι τον πατέρα μου να καίει ένα βιβλίο για τους Μπολσεβίκους. Αυτό το γεγονός φούντωσε το ενδιαφέρον μου για την πολιτική. Το ποδόσφαιρο ήρθε κατά τύχη. Ήμουν ένα παιδί της δικτατορίας. Πάντα είχα το βλέμμα μου στραμμένο στις κοινωνικές αδικίες της χώρας και είχα συναδέλφους και συμφοιτητές που έπρεπε να κρύβονται ή να αποδράσουν. Απλώς έτυχε να είμαι καλός στο ποδόσφαιρο» θα πει σε συνέντευξη του λίγα χρόνια μετά αφού κρεμάσει για πάντα τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.

Η “Democracia Corinthiana” όπως ονομαζόταν, ήταν μια δημοκρατική ενέργεια που εξέλειπε απ’την Βραζιλιάνικη κοινωνία.

Η βασική της αρχή προέβλεπε ψηφοφορία για όποια απόφαση έπρεπε να παρθεί στο σύλλογο. Εμπλεκόμενοι σ’αυτήν θα ήταν όλοι οι εργαζόμενοι της ομάδας, από τον πρόεδρο μέχρι και τον κηπουρό του γηπέδου. Έτσι, η γνώμη του καθενός θα είχε την ίδια ακριβώς βαρύτητα με τον άλλον κι ας ήταν και ο τελευταίος σε ιεραρχία στο σύλλογο.

«Για όλα τα θέματα γίνονταν ψηφοφορίες. Από τη μεταγραφή ενός ποδοσφαιριστή μέχρι ακόμη και για την ώρα που θα γευμάτιζαν τα στελέχη. Προτείναμε 3 διαφορετικές λύσεις και μετά τις θέταμε σε ψηφοφορία. Επιλέγαμε την απόφαση της πλειοψηφίας. Δεν υπήρξαν ποτέ προβλήματα» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά.

Η δράση της, όμως, δεν έμεινε μόνο στο εσωτερικό της ομάδας. Γνωρίζοντας την επιρροή που έχει η ομάδα στο φίλαθλο κοινό, η “Democratia Corintiana” κατά καιρούς τύπωνε στις φανέλες της μηνύματα με δημοκρατικό περιεχόμενο γνωρίζοντας πως αυτή η ενέργεια εγκυμονούσε κινδύνους και θα μπορούσε να προκαλέσει πολιτικοκοινωνικές αντιδράσεις. Μάλιστα, η χούντα, είχε προειδοποιήσει αρκετές φορές τον σύλλογο για τα μηνύματα που περνούσε λέγοντας ότι ξεπερνάει τα όρια ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου παρόλα αυτά ποτέ δεν κατάφερε να τους σταματήσει.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως  το 1982 τη χρονιά που η Κορίνθιανς κατέκτησε το πρωτάθλημα, στο πίσω μέρος της εμφάνισης των παικτών έγραφε “Democracia”.

Ο Σόκρατες θα πει για εκείνο το παιχνίδι: «Ήταν ίσως η πιο τέλεια στιγμή που έχω βιώσει. Είμαι σίγουρος πως ισχύει το ίδιο για το 95% των συμπαικτών μου. Ήταν η σπουδαιότερη ομάδα που έχω αγωνιστεί ποτέ, επειδή επρόκειτο για κάτι περισσότερο από ποδόσφαιρο. Οι πολιτικές νίκες μου είναι πιο σημαντικές από αυτές ως επαγγελματίας παίκτης. Ένα παιχνίδι τελειώνει σε 90 λεπτά, όμως η ζωή συνεχίζεται» .

Όταν πλέον η χώρα ήταν έτοιμη για την απαλλαγή από τη δικτατορία και επαναφορά του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο Σόκρατες και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας αποτύπωσαν στις στολές τους το μήνυμα: «Στις 15 του μήνα ψηφίζω» θέλοντας να παροτρύνουν τον κόσμο να ψηφίσουν στις εκλογές που ακολουθούσαν σε λίγο καιρό.

Το 1984, σε μία διαδήλωση ο Σόκρατες μίλησε μπροστά σε 1,5 εκατ. κόσμο που ζητωκραύγαζε ακούγοντας το ποδοσφαιρικό του ίνδαλμα να δηλώνει πως, αν η βουλή περνούσε τη συνταγματική αναθεώρηση που προέβλεπε ελεύθερες εκλογές τότε θα παρέμενε στη Βραζιλία απορρίπτοντας τις προτάσεις που είχε από Ιταλικούς συλλόγους.

Κάτι τέτοιο δεν έγινε όμως, κι έτσι ο Σόκρατες πήρε την απόφαση να κάνει το μεγάλο βήμα στη ποδοσφαιρική του καριέρα και να αποδεχτεί την πρόταση που είχε από τη Φιορεντίνα.

Στους “Βιόλα” ποτέ δεν έδεσε με την ομάδα. Τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους (25 συμμετοχές, 6 γκολ).

Στον ένα χρόνο που βρέθηκε στο “Αρτέμιο Φράνκι” κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού κυρίως σε θέματα εξωαγωνιστικά. Η σκληρή κριτική που άσκησε για συμπαίχτες του σε φήμες που αφορούσαν κάποιους από αυτούς ότι εμπλέκονται σε στημένα παιχνίδια ήταν η αρχή για να απομονωθεί με τον καιρό από την υπόλοιπη ομάδα.

Αργότερα, πήρε μια πρωτοβουλία παρόμοια με τη «Δημοκρατία της Κορίνθιανς» αλλά οι προσπάθειές του να δημιουργήσει κάτι ανάλογο απέβησαν άκαρπες.

Έτσι, σιγά-σιγά άρχισε πλέον να μοιάζει με ξένο σώμα για την ομάδα γι’αυτό και ξεκίνησε να ασχολείται με τον πολιτισμό και την τέχνη αδιαφορώντας για τις προπονήσεις.

«Ο τρόπος ζωής δε μου ταίριαζε. Ήμουν ένα χρόνο στη Φιορεντίνα και κάποιες φορές δεν ήθελα να προπονηθώ. Ήθελα να βρίσκομαι με φίλους, να κάνω πάρτι και να καπνίζω. Υπάρχουν περισσότερα στη ζωή από το ποδόσφαιρο» απαντά σε όσους τον ρωτούν για εκείνη την περίοδο.

Αυτές του οι ενέργειες προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων, με τους οπαδούς των “Βιόλα» να τον κριτικάρουν χάνοντας έτσι τη φανέλα βασικού.

Η επιστροφή του στη Βραζιλία ήταν πλέον ορατή για τον Σόκρατες.
Σύντομα μεταγράφηκε στη Φλαμένγκο έχοντας συνοδοιπόρο και τον φίλο του Ζίκο. Εκεί κατέκτησε το πολιτειακό πρωτάθλημα. Παρόλα αυτά η εξωγηπεδική ζωή του συνέχιζε να είναι ίδια οπότε το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας ήταν πλέον πολύ κοντά όντας ήδη 31 ετών.

Την επόμενη σεζόν θα παίξει με τη σελεσάο για τελευταία φορά στα γήπεδα του Μεξικό οπού θα αποκλειστεί από τη Γαλλία του Πλατινί στα πέναλτι, έχοντας ο ίδιος αστοχήσει, μάλιστα, στη διαδικασία αυτή, και έτσι θα κλείσει ο κύκλος του στην εθνική ομάδα με 63 παιχνίδια και 25 γκολ.

Μετά το Μουντιάλ και με κακή ψυχολογία πια, θα μεταγραφεί στη Σάντος και μετέπειτα, τη σεζόν 1988-89, θα «γράψει» στην ομάδα που ξεκίνησε, την Μποταφόγκο, την ποδοσφαιρική του κατακλείδα λέγοντας με αφοπλιστική ειλικρίνεια «Κανείς παίκτης δεν αφήνει το ποδόσφαιρο, το ποδόσφαιρο αφήνει τους ποδοσφαιριστές».

Έπειτα ο Σόκρατες έκανε το διδακτορικό του στη φιλοσοφία, το μεγάλο του πάθος. Η πλούσια βιβλιοθήκη του απαριθμούσε βιβλία αρχαίων αλλά και μεταγενέστερων φιλοσόφων. Αφού τελείωσε με το διδακτορικό, ο Σόκρατες σε αντίθεση με τους περισσότερους ποδοσφαιριστές δεν ασχολήθηκε άλλο με τον αθλητισμό και άρχισε να ασκεί το επάγγελμα που σπούδασε, την ιατρική.

Δεν έπαψε ποτέ να παρακολουθεί ποδόσφαιρο αλλά και να ασχολείται με τα δικαιώματα των ποδοσφαιριστών. Έδινε επίσης ιδέες για τη βελτίωση του θεάματος του αθλήματος, κάνοντας μάλιστα και καινοτόμες προτάσεις για το ποδόσφαιρο όπως να παίζεται με 9 αντί για 11 παίκτες!

Κατά καιρούς τα ΜΜΕ του έδιναν το βήμα και εκείνος έπαιρνε θέση και για πολιτικά θέματα όπως πάντα. Έγραφε σε εβδομαδιαίο πολιτικό περιοδικό και συμμετείχε σε δημόσιους διαλόγους ασκώντας πάντα σκληρή κριτική σε πολιτικούς. Ποτέ όμως δεν κατέβηκε στην πολιτική ακόμα και όταν ο Μουαμάρ Καντάφι του το πρότεινε, δηλώνοντάς του ότι ήταν ήδη πολιτικοποιημένος.

Είχε επίσης πρόταση για να γίνει πρέσβης του ποδοσφαίρου αλλά το απέφυγε λέγοντας πως, «δεν μου αρέσει η ιδέα γιατί με απωθεί η εμπορευματοποίηση και όλες αυτές οι βλακείες».

Δεν έκρυψε ποτέ τα 2 μεγάλα του πάθη, το τσιγάρο και το ποτό. Δύο πράγματα που εν τέλει αποδείχτηκαν το «κώνειό» του.

«Έχω προσπαθήσει να κόψω το κάπνισμα 50.000 φορές. Το προσπάθησα και σήμερα, αλλά αντιστάθηκα μέχρι τις 11 το πρωί. Είμαι αυτός που είμαι. Καπνίζω από τα 13 μου. Μόνο ένα φιλοσοφικό θέμα υπάρχει για εμένα. Γιατί να υποκριθώ ότι είμαι κάτι που δεν είμαι; Ναι, καπνίζω. Θα πεθάνω από καρκίνο του πνεύμονα ή από εμφύσημα. Δεν μπορώ να το κόψω» έλεγε όποτε τον ρωτούσαν γι’αυτές του τις συνήθειες.

Παρά τις ποσότητες που κατανάλωνε σε αλκοόλ πάντα ήταν σε θέση να εκφράζει ριζοσπαστικές ιδέες όπως αυτή που είχε δηλώσει στο BBC, «Νομίζω ότι ο ομοσπονδιακός προπονητής πρέπει να εκλέγεται από τον λαό. Πρέπει να εκδημοκρατίσουμε το ποδόσφαιρο και όταν το κάνουμε, θα εκδημοκρατίσουμε και τη Βραζιλία. Γνωρίζετε πως κάθε φορά που η εθνική ομάδα παίζει καλά, το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ανεβαίνει;»

Ο Σόκρατες είχε 6 παιδιά και το μικρότερο αυτών το ονόμασε Φιντέλ, τιμώντας έτσι τον Φιντέλ Κάστρο, τον ηγέτη της Κούβας, ένα από τα ινδάλματά του μαζί με τους Τζόν Λένον και Τσε Γκεβάρα.

«Όταν το έκανα, η μητέρα μου είπε “είναι λίγο δυνατό όνομα για να το δώσεις σε ένα παιδί”. Της απάντησα “μητέρα, κοίτα τι έκανες με μένα”».

Τους τελευταίους μήνες είχε παρουσιάσει συχνά προβλήματα υγείας καθώς ο οργανισμός του από τις καταχρήσεις είχε εξουθενωθεί και είχε βρεθεί 3 φορές στην εντατική.

Το πρωί της 4ης Δεκεμβρίου, όμως, μετά από σηπτικό σοκ, ο οργανισμός του δεν άντεξε και οι γιατροί του νοσοκομείου ανακοίνωσαν το θάνατό του. Το τραγικό ήταν ότι την ίδια ήμερα η Κορίνθιανς στέφθηκε πρωταθλήτρια μέσα σε ανάμικτα συναισθήματα από φιλάθλους και στελέχη της ομάδας πού τίμησαν τον αγαπημένο τους γιατρό των γηπέδων με συνθήματα και πανό…

pragmatikotita.gr