Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό


«Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι / Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε
θαρρώ τότε που φεύγανε μπουλούκια οι Σταυροφόροι»
(«Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα», του Ν. Καββαδία)

Aύγουστος ήτανε …πριν από 76 χρόνια, το 1936, όταν δολοφονήθηκε ο Λόρκα από τους παραστρατιωτικούς του φρανκικού καθεστώτος. Αν και ήταν μόλις 38 χρόνων, κατάφερε να γίνει μύθος με τον δικό του τρόπο, χωρίς να απαρνηθεί τις εμμονές του, χωρίς να προδώσει τις αξίες του.

Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου του 1898 στο χωριό Φουέντε Βακέρος κοντά στη Γρανάδα. Ο πατέρας του ήταν ένας ευκατάστατος γαιοκτήμονας και η μητέρα του δασκάλα. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Ανδαλουσία. Το 1909 η οικογένεια Γκαρθία μετακόμισε στη Γρανάδα, έναν τόπο που σημάδεψε συναισθηματικά τον Λόρκα, απ’ όπου κληρονόμησε τον αυθόρμητο λόγο και τη χρήση της μεταφορικής γλώσσας όπου δέντρα, βουνά, άλογα, ποτάμια και άνθρωποι αλληλοδιαπλέκονται. Σύμφωνα με τον βιογράφο του, αν και είχε ένα μικρό πρόβλημα στο αριστερό του πόδι που τον εμπόδιζε να συμμετάσχει σε παιχνίδια, δεν ήταν διόλου μοναχικός. Του άρεσε να δίνει διαταγές και να παίζει τη «λειτουργία», μια προσομοίωση της καθολικής τελετής, στην αυλή του σπιτιού του. Σταμάτησε να παίζει τον ιερέα ή τον Χριστό όταν ένας θίασος κουκλοθέατρου επισκέφτηκε το χωριό. Οι γονείς του του αγόρασαν ένα κανονικό κουκλοθέατρο, και οι αυτοσχέδιες παραστάσεις άρχισαν. Όμως τα γεγονότα που χαράχτηκαν βαθιά στη μνήμη του Φεδερίκο ήταν η θέα του πτώματος ενός υποτακτικού της οικογένειας και η σχολική ζωή του, όταν οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν για τη θηλυπρέπεια του.

Στη Μαδρίτη

Το 1919 ο Λόρκα εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη κι έμεινε στη Φοιτητική Εστία. Αυτός ο χώρος διαμονής των σπουδαστών, εκείνα τα χρόνια, ήταν κυψέλη έντονης καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Εκεί έμεναν ο Σαλβαντόρ Νταλί και αργότερα ο σκηνοθέτης Λουίς Μπουνιουέλ, οι ποιητές Δάμασο Αλόνσο, Πέδρο Σαλίνας και Ραφαέλ Αλμπέρτι, που έγιναν φίλοι του. Οι τρεις τελευταίοι, ο Λόρκα και άλλοι 10 ποιητές ανήκουν στην γενιά του ’27 που έδωσε στην Ισπανία 14 ποιητές. Ο Λόρκα και ο Νταλί γίνονται στενοί φίλοι. Ο ζωγράφος τοποθετεί στα έργα του το κεφάλι του Λόρκα, κι ο Λόρκα γράφει ποιήματα για τον Νταλί. Μαζί ιχνηλατούν τις νέες τάσεις στην Τέχνη και γνωρίζουν το σουρεαλισμό. Ο Λόρκα ήταν ένας μάγος της κοινωνικής συντροφιάς, και όλοι οι καλλιτέχνες της Φοιτητικής Εστίας μετατρέπονταν απ’ αυτόν σε ακροατήριό του. Εκεί απήγγελλε ή τραγουδούσε τα ποιήματά του πριν ακόμα εκδοθούν.

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Λόρκα ήταν το «Βιβλίο ποιημάτων» που κυκλοφόρησε το 1921. Απόλυτα εξαρτημένος από τους γονείς του, ο Λόρκα πήρε με το ζόρι πτυχίο Νομικής και άρχισε να μελετά το «κάντε χόνδο» (βαθύ τραγούδι), την «περιθωριακή» ως τότε μουσική των τσιγγάνων της Ανδαλουσίας. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το «Ποίημα του κάντε χόνδο». Ολόκληρη η συλλογή είναι αφιερωμένη στις διάφορες ποικιλίες ρυθμών και μέτρων αυτού του λαϊκού τραγουδιού της Ανδαλουσίας.

Το 1922 εκδίδεται η συλλογή του «Πρώτα τραγούδια» και το 1924 η συλλογή «Τραγούδια» όπου υπάρχουν πολλά από τα πιο αντιπροσωπευτικά λυρικά του ποιήματα. Αλλά το εκρηκτικό ταλέντο του Λόρκα δεν περιοριζόταν μόνο στην ποίηση. Ήταν επίσης ζωγράφος, σκιτσογράφος και μουσικός.

Το 1927 έκανε μια έκθεση των έργων του με μεγάλη επιτυχία, ενώ την ίδια χρονιά είχε και την πρώτη του επιτυχία στο θέατρο με το έμμετρο έργο «Μαριάνα Πινέδα», με πρωταγωνίστρια τη διάσημη Μαργαρίτα Σίργου και σκηνικά του Νταλί. Ήταν όμως το βιβλίο του «Τσιγγάνος τραγουδιστής», που κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο, και έκανε τον Λόρκα διάσημο σε όλον τον ισπανόφωνο κόσμο. Οι 18 ρομάντζες της συλλογής είναι βγαλμένες από τους θρύλους και τις ιστορίες των τσιγγάνων της Ανδαλουσίας.

Το πέρασμα από τη Ν. Υόρκη

Το 1929 – 1930 ο Λόρκα βρίσκεται στη Νέα Υόρκη ως σπουδαστής στο πανεπιστήμιο της Columbia. Γαλουχημένος με τις αξίες της αυστηρής ισπανικής παράδοσης της υπαίθρου, παθαίνει σοκ μέσα στους θορύβους και το χάος της μεγαλούπολης, με τα «πλήθη που κατουράνε», «τα πλήθη που ξερνάνε», την «πολιτεία δίχως ύπνο». Τα θέατρα, τα παράνομα μπαρ λόγω της ποτοαπαγόρευσης, το «μαύρο» Μπρονξ, οι Εβραίοι, η Γουλ Στριτ εντυπωσίασαν τον ποιητή. Έτσι, θα γράψει τη συλλογή «Ποιητής στη Νέα Υόρκη», όπου πραγματεύεται τις χαοτικές αντιθέσεις της βιομηχανικής μεγαλούπολης. «…η μαύρη μάσκα θα χορέψει ανάμεσα σε κολόνιες από αίμα και αριθμούς, ανάμεσα στις λαίλαπες του χρυσού και τα βογκητά των ανέργων…/κοιτάτε τη μαύρη μάσκα! Πώς φτύνει δηλητήριο ζούγκλας πάνω στην ημιτελή αγωνία της Νέας Υόρκης!» Από κει πήγε στην Αβάνα και επιστέφει στην Ισπανία αφού έπεσε η δικτατορία του Πρίμο ντε Ριβέρα και στις εκλογές νίκησαν οι Δημοκρατικοί.

«Κομμουνιστής, εχθρός της Εκκλησίας και ομοφυλόφιλος»…

Το 1931 μαζί με τον Εδουάρδο Ουγκάρτε, θέλοντας να βοηθήσει στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση των Δημοκρατικών, δημιούργησε την «Μπαράκα», ένα κινούμενο πανεπιστημιακό θέατρο και ανέβασε τους Ισπανούς κλασικούς στα πιο απομακρυσμένα χωριά της χώρας. Αντιμετώπιζε συχνά τους τραμπούκους και τα ακροδεξιά έντυπα, που υπογράμμιζαν την ομοφυλοφιλία του. Από τα θεατρικά του έργα, ο «Ματωμένος γάμος» αποδείχθηκε το μεγάλο έργο του Λόρκα, το οποίο ανέβηκε σε όλη τη Λατινική Αμερική. Ακολουθούν η «Γέρμα», η «Θαυμαστή μπαλωματού», «Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα».

Το 1935 ο ταυρομάχος και φίλος του Λόρκα Ιγνάθιο Σαντσιέθ Μεχίας σκοτώθηκε σε μια ταυρομαχία. Η βαθιά οδύνη εμπνέει στον Λόρκα ένα από τα ωραιότερα και πιο δραματικά σε τόνο ποιήματα που μας άφησε, το «Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σαντσιέθ Μεχίας». Εν τω μεταξύ, η πολιτική κατάσταση στην Ισπανία έχει φτάσει στα άκρα. Ο Λόρκα, παρόλο που δεν πήρε ποτέ ενεργό μέρος στην πολιτική, ήταν γνωστό το πάθος του για την ελευθερία, ήταν για τους δεξιούς κομμουνιστής, εχθρός της Εκκλησίας και ομοφυλόφιλος. Λόγοι ικανοί για να τον καταστήσουν ένοχο στα μάτια της τοπικής φασιστικής οργάνωσης των οπαδών του Φράνκο.

Όταν ξέσπασε ο εμφύλιος, ο Λόρκα γυρνάει στη Γρανάδα, μέρος που ελέγχουν οι ακροδεξιοί στασιαστές. Κάνει το λάθος να κυκλοφορεί ελεύθερα. Οι φαλαγγίτες αρχίζουν να τον ενοχλούν στο σπίτι του. Ο ποιητής, νιώθοντας πως κινδυνεύει, βρήκε καταφύγιο στο σπίτι ενός φίλου του που ήταν μέλος της τοπικής φασιστικής επιτροπής, πιστεύοντας πως δεν θα υποπτεύονταν αυτή την κρυψώνα. Υπολόγισε λάθος. Παρά τις προσπάθειες του φίλου του, συνελήφθη και εκτελέστηκε λίγες μέρες αργότερα, στις 18 Αυγούστου στο χωριό Βίθναρ.

Ο τραγικός και πρόωρος θάνατός του, αλλά και το σπουδαίο έργο που άφησε πίσω του, έκαναν την ποίηση του πολύ γρήγορα γνωστή. Τα ποιήματά του έγιναν σύμβολο αντίστασης στο φασισμό σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Το έργο του έγινε ιδιαίτερα γνωστό στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Μεταφράστηκε από πολλούς και άξιους συγγραφείς (Γκάτσο, Ελύτη), μελοποιήθηκε από τους σημαντικότερους συνθέτες (Χατζηδάκη, Θεοδωράκη, Ξαρχάκο). Αλλά και οι δεκάδες παραστάσεις των θεατρικών του έργων αποδεικνύουν την αγάπη του ελληνικού κοινού για τον Ισπανό συγγραφέα. Η ποίηση του Λόρκα δεν έπαψε ποτέ να συγκινεί και να διαβάζεται γιατί είναι μια ποίηση αληθινή.

Ο Λόρκα δεν έζησε για να γράψει. Έγραψε γιατί έζησε. Το έργο του κυκλοφόρησε ελεύθερα στην πατρίδα του το 1975, αφού πέθανε ο Φράνκο.