Κατεστημένο: Η απαρχή μιας οργανωμένης αντίδρασης


Η λέξη κατεστημένο έχει εδραιωθεί στο μυαλό μας, αφού το ζούμε στο μεγαλείο του την τελευταία 20ετία στο κυπριακό ποδόσφαιρο. Τι πραγματικά σημαίνει να ελέγχεις το παρασκήνιο και να αποτελείς αναπόσπαστο κομμάτι στο κατεστημένο, μας αναλύει αναγνώστης της σελίδας μας. Σας παραθέτουμε πιο κάτω αυτούσιο το άρθρο που μας απέστειλε στην ηλεκτρονική μας διεύθυνση ο φίλος αναγνώστης Μάριος. Τα συμπεράσματα δικά σας.

 

ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΑΡΧΗ  ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ

Μπορεί κάποιος να απολαύσει το ποδόσφαιρο στην Κύπρο; Είναι  γιορτή ή κατάρα; Η πρόσφατη εξοντωτική τιμωρία του προπονητή και του προέδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, αποδεικνύει ότι το ποδόσφαιρο εδώ είναι κάτι παραπάνω από ένα συνηθισμένο άθλημα. Η απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής πυροδότησε αντιδράσεις, όχι μόνο για την ποινή ως τέτοια, αλλά και για το ότι είναι εξόφθαλμη  πλέον η μεροληψία τους και ο πόλεμός τους ενάντια στην ΟΜΟΝΟΙΑ. Εφαρμόζουν το γράμμα του νόμου και είναι αμείλικτοι όταν έχουν να κάνουν με την ΟΜΟΝΟΙΑ. Βαριές τιμωρίες, πρόστιμα. Ζημιά οικονομική, αγωνιστική, αλλά πρωτίστως ηθική.  Αντίθετα, όλοι οι θεσμοί του ποδοσφαίρου λειτουργούν σαν ασπίδα για άλλες ομάδες, κυρίως όμως για το Αποέλ. Μίνιμουμ τιμωρίες, πρόστιμα για τα μάτια του κόσμου, τεχνάσματα για να «πέσουν» σοβαρές υποθέσεις ενάντια στο ΑΠΟΕΛ, αδικήματα μέσα και έξω των γηπέδων  που δεν τα βλέπουν και αν κάποιοι τα δουν, πιέζονται να αναιρέσουν κλπ. Μέχρι και εξαφάνιση δειγμάτων για τον έλεγχο του ντόμπινγκ  από το Χημείο που αφορούσαν παίκτες του Αποέλ είχαμε…!

Τα πράγματα θα ήταν μόνο  κωμικά και ανάξια λόγου αν το ποδόσφαιρο ήταν ένα περιθωριακό σπορ. Δεν είναι όμως. Το ποδόσφαιρο αξίζει καλύτερης τύχης. Ενώ στις προηγμένες χώρες θεσμοθέτησαν τις δομές του ποδοσφαίρου με ένα λογικό τρόπο ώστε να είναι κοινά αποδεκτός και να περιορίζει την πιθανότητα ευνοιοκρατίας και μεροληψίας, εδώ στην Κύπρο έκαναν ακριβώς το αντίθετο!

Ενώ η πολιτική ζωή στην Κύπρο έκανε βήματα μπρος, με τον εκδημοκρατισμό των θεσμών, όπως για παράδειγμα την υιοθέτηση του Αναλογικού αντί του Πλειοψηφικού, όπου έτσι εκπροσωπούνται όλες οι παρατάξεις αναλόγως της δύναμής τους , οι δομές του ποδοσφαίρου διατήρησαν τους μηχανισμούς εξουσίας τους πάνω σε αντιδημοκρατικές βάσεις. Παρ ’όλο που όλοι αναγνωρίζουν ότι καλώς ή κακώς ιδρύθηκαν σωματεία στη βάση της  πολιτικής επιλογής και ότι η μεγάλη πλειοψηφία τους είναι στη Δεξιά, έστω και αν είναι μικρά σε όγκο οπαδών (συχνά είναι σωματεία χωριών) και ότι τα υπόλοιπα λίγα είναι στην Αριστερά, αλλά εκπροσωπούν γύρω στο 50% του φίλαθλου κόσμου, επιμένουν αυτοί που εξουσιάζουν το ποδόσφαιρο, να έχει κάθε σωματείο μία ψήφο. Έτσι ανέκαθεν, είχαν πάντα την πλειοψηφία τα δεξιά σωματεία και πλειοψηφούσαν με δικούς τους ανθρώπους  στα διάφορα κρίσιμα πόστα εξουσίας. Για παράδειγμα, ο Εθνικός, ο Ολυμπιακός και η Πέγεια μπορούν πιο εύκολα να έχουν λόγο σε αυτά τα κέντρα απ’ ότι η ΟΜΟΝΟΙΑ. Έστω και αν ο όγκος του καθενός από αυτά τα σωματεία δεν ξεπερνά τις 2000, ενώ της ΟΜΟΝΟΙΑΣ περίπου 100 φορές περισσότερο! Φυσικά, αυτή η πολιτική υφή του ποδοσφαίρου δεν είναι πάντα αντίστοιχη με την επίσημη πολιτική, όπως εκφράζεται από τα κόμματα. Γιατί όπως είδαμε, ενώ στο πολιτικό σύστημα είχαμε εξέλιξη και ένα σχετικό εκδημοκρατισμό, στο ποδόσφαιρο τα πράγματα έμειναν σχεδόν όπως ήταν πριν 50 χρόνια. Το ποδόσφαιρο ή καλύτερα οι μηχανισμοί εξουσίας του, λειτουργούν σαν ένα παρακράτος. Ενώ πρόσκεινται στη Δεξιά, δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη την επίσημη παράταξή της (έχουν όμως την προκλητική ανοχή της), αλλά την οπισθοδρομική της έκφραση, τη σκοτεινή, τη φανατισμένη, που σκέφτεται και δρα με μυαλά της δεκαετίας του ’50. Γι’ αυτούς όλους, η ΟΜΟΝΟΙΑ είναι το αποπαίδι του ποδοσφαίρου. Ασχέτως αν η ίδια η ζωή και η εξέλιξη τούς φέρνει κοντά μέσω της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας με τον κόσμο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, εντούτοις επιμένουν σε ένα άδικο τρόπο διαχείρισης του ποδοσφαίρου, ο  οποίος  περιθωριοποιεί το μεγαλύτερο σε όγκο σωματείο.

Αυτό το κατεστημένο στο χώρο του ποδοσφαίρου δεν είναι άσχετο με το κατεστημένο της κοινωνίας, που εκφράζεται είτε μέσω διαφόρων οργανωμένων συνόλων, είτε του κρατικού μηχανισμού, είτε της οικονομικής ελίτ. Αν θέλουμε να προσδιορίσουμε τις ρίζες του κατεστημένου αυτού στην πολιτική και οικονομική ζωή του κράτους που συγκροτήθηκε το 1960 και στις δυνάμεις που κυριάρχησαν τότε, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι είναι κάτι που διαιωνίζεται, έχει εξουσία, έχει συμφέροντα. Δεν είναι όμως ισοδύναμες οι δυνάμεις που το αποτελούν.

Το Αποέλ, ως οργανισμός δρώντων ανθρώπων, είναι ο σύλλογος που, εκ των πραγμάτων, έχει τις πιο βαθιές ρίζες στην πολιτική και οικονομική ζωή και φυσιολογικά έχει το πιο μεγάλο βάρος απ’ όλα τα δεξιά σωματεία. Σχεδόν πάντα ελέγχει την ηγεσία της ΚΟΠ, την Επιτροπή Διαιτησίας, τη Δικαστική, τους παρατηρητές, τους διαιτητές. Το πλειοψηφικό σύστημα στην ΚΟΠ τού επιτρέπει να είναι πάντα στα κέντρα εξουσίας, σε αντίθεση με τη μεγάλη του αντίπαλο,  την ΟΜΟΝΟΙΑ. Ακόμη και αν αποτύχει, ως σύλλογος, να εκλέξει κάποιο δικό του άνθρωπο, το Αποέλ, έχει τα παραπούλια του παντού: στους διαιτητές, στους παρατηρητές, στις διάφορες επιτροπές.

Πρέπει να πούμε ότι το κατεστημένο στο χώρο του ποδοσφαίρου μεταβάλλεται ανάλογα με την κοινωνική εξέλιξη. Τις δεκαετίες ’60, ’70 και ’80 ακόμα, το ποδόσφαιρο ήταν καθαρά λαϊκό σπορ, με πιστούς οπαδούς στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα , χωρίς μεγάλο ενδιαφέρον από την κοινωνική ελίτ. Δεν υπήρχαν λεφτά, δεν υπήρχε δημοσιότητα. Διοικούνταν ερασιτεχνικά, όπως ερασιτεχνικά έβλεπαν και το ρόλο τους οι ίδιοι οι άνθρωποί του στα κέντρα εξουσίας. Ήταν και τότε η ΟΜΟΝΟΙΑ(όπως και άλλες ομάδες) το αποπαίδι. Μόνο που δεν έμπαιναν στη διαδικασία να κινητοποιήσουν με τόση ένταση παρασκηνιακά τους μηχανισμούς, είτε της Ομοσπονδίας, είτε της Δικαστικής, είτε των διαιτητών , γιατί απλούστατα αδυνατούσαν μπροστά στη μαζικότητα της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, αλλά και γιατί δεν υπήρχε το συμφέρον, πέραν φυσικά της ηθικής ικανοποίησης να την  εμποδίσουν  από την επιτυχία. Η ΟΜΟΝΟΙΑ ήταν μπροστά από τις άλλες ομάδες σε οργάνωση και είχε μια αξεπέραστη λαϊκή υποστήριξη.  Ήταν η εποχή της φανέλας και το πάθος και μόνο μιας ομάδας, ήταν αρκετό για να φτάνει στην επιτυχία.

Το σύγχρονο ποδόσφαιρο είναι πλέον σε όλα τα σπίτια, έγινε σπορ και του πλούσιου και του μικροαστού, φέρνει λεφτά, δόξα, κτίζει καριέρες. Τα σωματεία έχουν στόχο την επιτυχία για την κάλυψη των αναγκών τους, αλλά και για μεγάλωμα ίσως των κερδών τους. Μια σειρά ανθρώπων ζουν  από το ποδόσφαιρο: ποδοσφαιριστές, έμμισθοι των σωματείων, παράγοντες, διαιτητές, δημοσιογράφοι. Αλλά  και πολλοί άλλοι  το εκμεταλλεύονται  όπως μπορούν: επιχειρηματίες και πολιτικοί. Και αν στα περασμένα χρόνια το ποδοσφαιρικό κατεστημένο ήταν σχετικά χαλαρό, λόγω του ότι τα συμφέροντα ήταν περιορισμένα, τώρα αγρίεψε.

Και είναι λάθος μεγάλο να υποτιμούμε το ρόλο που παίζουν οι «εξωτερικές» δυνάμεις στην καθαρά ποδοσφαιρική διαδικασία. Πέραν των ποινών που επηρεάζουν άμεσα μια ομάδα, υπάρχουν και οι ποινές που πλήττουν το ηθικό της, την ψυχολογία της τα οικονομικά της. Διαφορετικά μπαίνει στο γήπεδο να αγωνιστεί μια ομάδα που νιώθει την ασφαλή κάλυψη των ιθυνόντων του ποδοσφαίρου και διαφορετικά μια άλλη που νιώθει τη δαμόκλειο σπάθη πάνω στο κεφάλι της. Και ειδικά όταν οι ομάδες αυτές είναι ισοδύναμες.

Γιατί όμως, ενώ όλοι σχεδόν στο χώρο του ποδοσφαίρου, αντιλαμβάνονται αυτήν τη στρέβλωση στους θεσμούς και το παράλογο πάμπολλων αποφάσεων από τους αρμόδιους, δεν κάνουν κάτι; Αφού και τα πλείστα δεξιά σωματεία ακόμα αναγνωρίζουν ότι την κύρια πίτα της εύνοιας την παίρνει το Αποέλ, γιατί δεν αντιδρούν; H απάντηση θα μπορούσε να αναλυθεί στους πιο κάτω λόγους:

(α) Η πολυδιάσπαση των οπαδών στις διάφορες ομάδες, τους εμποδίζει να συσπειρωθούν κάτω από μια στέγη. Έτσι συνήθως ο καθένας ασχολείται με την ομάδα του και δρα σπασμωδικά.

(β) Ενώ η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που ηγούνται των σωματείων αναγνωρίζουν αυτήν την πραγματικότητα, όταν έρχεται η κρίσιμη ώρα της δράσης, κάνουν πίσω, σκεφτόμενοι προφανώς το παραταξιακό «καλό».

(γ) Σπάνια θα βρεθούν μεταξύ αυτών που ηγούνται των σωματείων, άνθρωποι με πλατιά αντίληψη και οραματιστές. Αν δεν σκεφτούν το κομματικό συμφέρον, θα σκεφτούν κοντοπρόθεσμα και πονηρά, αναμένοντας και το δικό τους μερτικό από την πίτα της εύνοιας.

(δ) Λείπει η σύνθετη σκέψη. Συνήθως πολλοί στα σωματεία αδυνατούν να συνδέσουν το ποδοσφαιρικό κομμάτι με τον τρόπο άσκησης της εξουσίας των θεσμών του. Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι μια άδικη εξουσία επιδρά συντριπτικά πάνω τους. Ποδοσφαιρικά, οικονομικά, ψυχολογικά.

(ε) Η δειλία και ο συντηρητισμός των παραγόντων εμποδίζει τη δράση ενάντια στα κακώς έχοντα του ποδοσφαίρου. Παράγοντες που τους πνίγει το δίκαιο, που ξέρουν τι παίζεται και όμως στο τέλος μετρούν τα κουκιά τους, αν τους συμφέρει δηλαδή να συγκρουστούν με το κατεστημένο. Σκέφτονται να μην πληγεί η εικόνα τους και τα οικονομικά συμφέροντά τους.

(ζ) Το κατεστημένο κατάφερε και παρασκηνιακά και φανερά να επιβληθεί. Είναι οργανωμένο και δρα με σχέδιο. Έχει την ανοχή του ΔΗΣΥ, προφανώς και την άμεση εμπλοκή στελεχών του  όπου χρειάζεται.

(η) Έχοντας το ΑΠΟΕΛ τις πιο βαθιές ρίζες στο χώρο του ποδοσφαιρικού κατεστημένου, επεκτείνεται αυτό στην πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου. Τα πλείστα Μ.Μ.Ε.(ραδιοσταθμοί, εφημερίδες, τηλεόραση) καλύπτουν  την ευνοιοκρατική αντιμετώπιση που έχει το ΑΠΟΕΛ και παράλληλα υποβαθμίζουν την άνιση μεταχείριση της ΟΜΟΝΟΙΑΣ.

Τον τελευταίο καιρό η Δικαστική Επιτροπή πήρε κάποιες αποφάσεις ενάντια στην ΟΜΟΝΟΙΑ, οι οποίες προκάλεσαν πρωτοφανείς κινητοποιήσεις από τους φίλους της ομάδας. Είναι ενδιαφέρον να δούμε το πώς λειτούργησαν αυτά τα δύο μέτωπα, αλλά και τη χρονική συγκυρία που συμβαίνουν όλα αυτά.

Η  Δ.Ε. εκμεταλλεύτηκε τα γεγονότα ενός αγώνα για να κτυπήσει την ΟΜΟΝΟΙΑ. Οι καιροί είναι δύσκολοι, τα λεφτά για τον πρωταθλητή πολλά και δεν σηκώνει ηθικούς ενδοιασμούς. Έκοψε, έραψε, χρησιμοποίησε την κάθε βολική μαρτυρία, απέρριψε ότι δεν βόλευε τους σκοπούς της και τελικά καταδίκασε χωρίς έλεος ανθρώπους της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και την ίδια την ομάδα. Δεν έδειξε την παραμικρή διάθεση για κατανόηση. Με κυνικότητα περισσή προσπάθησε να εξοντώσει την ομάδα με τον πιο πολύ κόσμο και τον κύριο χρηματοδότη του ποδοσφαίρου. Την ίδια στιγμή που αυτή η Επιτροπή έκλεινε τα μάτια σε παρόμοιες και πολύ χειρότερες περιπτώσεις. Ήθελαν, οι κύριοι αυτοί, να δώσουν ένα μήνυμα. Ότι αυτοί κάνουν κουμάντο, αυτοί είναι τα αφεντικά  του ποδοσφαίρου. Οι άλλοι, οι Ομονοιάτες, είναι παρείσακτοι και θα πρέπει να υποκύπτουν στις αποφάσεις τους. Μάλλον ήξεραν τις αντιδράσεις, αλλά δεν έκαναν πίσω. Πούλησαν τσαμπουκά και ψευδομαγκιά. Έχουν την ανοχή της πλειοψηφίας των σωματείων ενώ τα υπόλοιπα τα φίμωσαν. Το σκηνικό μίσους που στήθηκε το καλοκαίρι ενάντια στη Αριστερά, είναι και αυτό ένα επιπλέον κίνητρο γι’ αυτούς για να κτυπήσουν τη μεγάλη ομάδα της Αριστεράς και συγχρόνως να πάρουν και κανένα μπράβο από την Πινδάρου. Έρχονται εκλογές εξάλλου και το καθετί μετρά!

Από τη άλλη, οι φίλοι της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, μπροστά στη πρόκληση, αντέδρασαν τόσο δυναμικά όσο ποτέ. Δύο μαζικές συγκεντρώσεις μέσα σε λίγες μέρες, προβληματισμοί, εισηγήσεις. Έρχονται σε διάλογο με το Δ.Σ. της ομάδας, ζητούν αλλαγή πολιτικής έναντι του κατεστημένου της ΚΟΠ. Άρθρα στα έντυπα και στο διαδίκτυο. Μια εισήγηση που χρονολογείται από παλιά, γίνεται πράξη από τον κόσμο της ΟΜΟΝΟΙΑΣ: αποχή από τα εκτός έδρας παιχνίδια, κανένα ευρώ σε ξένα σωματεία. Σκέψεις ακόμα και για μποϋκοτάζ εταιρειών που χρηματοδοτούν αντιπάλους. Κάτι αλλάζει, είναι φανερό! Η πρόκληση των ανθρώπων της ΚΟΠ είναι μεγάλη, αλλά περισσότερο φαίνεται να κατανοούν οι φίλοι της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, ότι δεν μπορούν και δεν πρέπει να είναι πλέον τα κορόιδα σε ένα στημένο από άλλους σκηνικό. Οι φίλοι της ΟΜΟΝΟΙΑΣ δεν θέλουν την εύνοια κανενός, αλλά τη δίκαιη αντιμετώπιση της ομάδας τους. Βλέπουν ότι με παρακάλια δεν αλλάζει η κατάσταση. Οι άλλοι αποθρασύνθηκαν. Τα γεγονότα του καλοκαιριού είχαν επίδραση σε πολλούς Ομονοιάτες- αριστερούς. Τους θωράκισαν με αντιστάσεις που δεν είχαν πριν. Είναι τώρα πιο ψαγμένοι, λιγότερο αφελείς και ανεκτικοί. Επέλεξαν τον αγώνα στους δρόμους. Αμφισβητούν ξεκάθαρα τις δομές του ποδοσφαίρου και όσους τις συντηρούν.   Και βέβαια, άνοιξαν ένα παράθυρο ελπίδας για εκδημοκρατισμό του χώρου του αθλητισμού γενικά και , γιατί όχι, της κοινωνίας.

Μάριος Θρασυβούλου

29/11/2011

το βήμα του φιλάθλου